Ολοκληρώθηκε η τέταρτη Πειραϊκή Αμφικτυονία

Google news logo Βρείτε μας στο Google News. Πατήστε εδώ!


Ολοκληρώθηκε χθες Δευτέρα 16 Ιουνίου 2014 η 4η Πειραϊκή Αμφικτυονία ένας θεσμός που καθιερώθηκε με πρωτοβουλία του Δημάρχου Πειραιά κ. Βασίλη Μιχαλολιάκου και που σκοπό έχει να προβληθούν οι ομορφιές των ιδιαίτερων πατρίδων, τα προϊόντα και οι γαστρονομίες κάθε περιοχής, οι χοροί και τα τραγούδια τους, οι τοπικές κουλτούρες, τα ήθη και τα έθιμά τους καθώς και η ιστορία τους.

 Να σημειωθεί ότι φέτος, στην «4η Πειραϊκή Αμφικτυονία», κεντρικός ομιλητής ήταν ο κ. Σωτήρης Ε. Κάκιας, Οικονομολόγος, Επίτιμος Πρόεδρος Αδελφότητας Γαρδικιωτών Αθήνας και Πειραιά, Πρόεδρος Δ.Δ.Ε. Εκπαιδευτηρίων Saint Paul – Δελασάλ, Μέλος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Πολιτιστικών Συλλόγων Βλάχων, Ιδρυτικό μέλος της Παγκόσμιας Αμφικτυονίας Βλάχων με θέμα: « Πειραιάς – Μια ιστορία σαν παραμύθι.... Ο εποικισμός του Πειραιά και η συμβολή των κατοίκων στην ανάπτυξη του κοινωνικού ιστού της πόλης». 
ΟΜΙΛΙΑ κ. ΣΩΤΗΡΗ ΚΑΚΙΑ
«Αισθάνομαι ιδιαίτερα ευτυχής με την ευκαιρία που μου έδωσε ο δήμαρχος Πειραιά, να είμαι ο κεντρικός ομιλητής της 4ης Πειραϊκής Αμφικτυονίας, εκπροσωπώντας αφ ενός τους υπόλοιπους αμφικτύονες και αφ τέρου την Αδελφότητα Γαρδικιωτών από την οποία προέρχομαι και να μιλήσω για τον Πειραιά τη γεννέτειρα πόλη μου, στην οποία μεγάλωσα, την έζησα και την ζω εργαζόμενος επί 40 συναπτά έτη στο χώρο της Ελληνόκτητης ναυτιλίας.
Η σχέση των γηγεννών Πειραιωτών με την πόλη τους, είναι σχέση καθαρά ερωτική, και στη κυριολεξία περικλείει όλη την έννοια της λέξης έρωτας.
Ο Πειραιάς από τα πανάρχαια χρόνια υπήρξε σταυροδρόμι Ανατολής και Δύσης. Άρρηκτα συνδεδεμένος με τη θάλασσα και προικισμένος από τη φύση με πανέμορφο και συνάμα ασφαλές λιμάνι. Η ιστορία του μοιάζει κάπως σαν παραμύθι - που περιέχει μια συναρπαστική περιπέτεια ανάμεσα στους αιώνες - με περιόδους μεγάλης ακμής - αλλά και παρακμής. Αυτό το παραμύθι θα ξετυλίξουμε απόψε.
Ο Πειραιάς κατοικήθηκε – σύμφωνα με μαρτυρίες, γύρω στα 2.600 π.χ. και μέχρι τις αρχές του 5ου π.χ. αιώνα - όταν ο Θεμιστοκλής τον αξιοποίησε και τον ανέδειξε σε επίνειο της Αθήνας και τούτο γιατί οι Αθηναίοι μέχρι τότε χρησιμοποιούσαν ώς επίνειο το Φάληρο, για δε το εξαγωγικό τους εμπόριο τις Πρασιές – το σημερινό Πόρτο Ράφτη. Με τα έργα όμως του Θεμιστοκλή και του Περικλή - ο Πειραιάς διαμορφώθηκε σε υποδειγματικό για την εποχή λιμάνι και συγκέντρωσε το εισαγωγικό και το διαμετακομιστικό εμπόριο της Αθηναϊκής δημοκρατίας και έγινε το κέντρο της οικονομικής ζωής όχι μόνο της Αθήνας αλλά ολόκληρης της Ελλάδας.
Η αναπτυξιακή πορεία του Πειραιά ήταν παράλληλη με αυτή της Αθήνας και την ακολούθησε σε όλο τον – χρυσούν αιώνα του Περικλέους. 

Όμως μετά από τον Πελοποννησιακό πόλεμο, το 431 π.χ., θα δεχθεί τα πρώτα σοβαρά πλήγματα και θα ξεκινήσει μια αργή αλλά σταθερή πορεία προς την οριστική παρακμή που κράτησε 15 περίπου αιώνες. 
Το 1318 μ.χ. ο Πειραιάς άλλαξε το αρχαίο του όνομα. Έγινε αρχικά Porto Leone και Porto Draco από τους Φράγκους και το 1456 από του Τούρκους Ασλάν λιμάνι – που σημαίνει λιμάνι του λέοντος, εξ αιτίας του μαρμάρινου αγάλματος που υπήρχε και το οποίο ξήλωσε και μετέφερε το 1688 - κατά την εκστρατεία του - ο φρατζέσκο Μοροζίνι στον Ναύσταθμο της Βενετίας. Στη θέση που υπήρχε το άγαλμα κτίστηκε το 1869 το γνωστό κτίριο με το πασίγνωστο ρολόι - που στέγασε αρχικά το χρηματιστήριο και από το 1885 εγκαταστάθηκε το δημαρχείο του Πειραιά - ( το 1968 το ρολόι γκρεμίστηκε σε μία νύχτα από την τότε δημοτική αρχή και αφαίρεσαι από τον Πειραιά ένα μεγάλο κομμάτι της ιστορίας του). 
Σε όλη την διάρκεια της Τουρκοκρατίας, ο Πειραιάς έζησε την απόλυτη εγκατάλειψη και ερήμωση. Στο λιμάνι οι εμπορικές μεταφορές και συναλλαγές ήταν ελάχιστες και εντελώς ασήμαντες.
Αργότερα και στην νεώτερη ιστορία δύο χρονολογίες σημαδεύουν το ξεκίνημα για την αλλαγή από την παρακμή στην ανάπτυξη. Το 1829 και το 1835. Το 1829 φθάνουν στον Πειραιά οι πρώτοι κάτοικοι μεταξύ των οποίων ο Γιαννακός Τζελέπης – γνωστός μέχρι σήμερα αφού το όνομα του έχει μια από τις προβλήτες του Λιμανιού του Πειραιά. Και το 1835 που ιδρύεται με βασιλικό διάταγμα ο Δήμος Πειραιά, με πρώτο δήμαρχο τον Υδραίο Κυριακό Σερφιώτη, που ορκίστηκε στις 23 Δεκεμβρίου 1835 στην μισοερειπωμένη μονή του Αγίου Σπυρίδωνα.
Οι πρώτοι δημοτικοί άρχοντες του Πειραιά, χωρίς τίτλους σπουδών, άνθρωποι απλοί , αυτοδημιούργητοι, αλλά με αγάπη για την πόλη τους και πίστη στον εαυτό τους, που μόλις μετά βίας ήξεραν να βάζουν την υπογραφή τους, όμως διέθεταν καρδιά, πείσμα, διορατικότητα, και πίστη, γνώριζαν καλά ότι η ανάπτυξη και η πρόοδο ξεκινούν από την παιδεία και στα 1836 ιδρύθηκε και λειτούργησε το πρώτο δημοτικό σχολείο, χωρίς καμιά αρωγή της κεντρικής διοίκησης, με ελάχιστα μέσα και με έναν ετήσιο προϋπολογισμό που μετά βίας έφτανε τις 25.000 δραχμές . τότε η πόλη αριθμούσε μόλις 1.100 κατοίκους.
Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε, ότι μετά από την μεταφορά της πρωτεύουσας του νέου Ελληνικού κράτους από το Ναύπλιο στην Αθήνα το 1834, άρχισε το ενδιαφέρον για τον εποικισμό του Πειραιά από κατοίκους από όλα τα σημεία του Ελληνικού χώρου. Οι νέοι έποικοι όπως απεδείχθει στη συνέχεια, διέθεταν και ικανότητες και δυνατότητες και στις προσπάθειες αυτών οφείλει ο Πειραιάς τη νεώτερη αναδημιουργία του και την ανάδειξη του στο μεγαλύτερο εμποροναυτιλιακό κέντρο της ανατολικής Μεσογείου. Τον τίτλο αυτό διεκδίκησε από τη Σύρο που μέχρι τότε αποτελούσε το σημαντικότερο ναυτιλιακό κέντρο της εποχής.
Στα 1835 λοιπόν δημιουργείται ο Δήμος Πειραιά 10 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα Αθήνα, όμως δεν μπορούμε να μιλάμε για πόλη με μόλις 1.100 κατοίκους. Το 1838 οι κάτοικοι είναι πλέον 2.100 και το 1848 είναι πάνω από 5.000 την πλειοψηφία των οποίων αποτελούν οι έποικοι Πλέον μπορούμε να μιλάμε για μια μεγάλη πόλη στο Ελληνικό βασίλειο. Ο εποικισμός του Πειραιά σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Εσωτερικών ήταν καθαρά πολιτική απόφαση, μιάς και χρειαζόταν ένα λιμάνι αντάξιο της ιστορίας της πρωτεύουσας Αθήνας. Η εγκατάσταση των πρώτων πληθυσμών έγινε με τους Χιώτες και τους Υδραίους, το 1833 και το 1837 αντίστοιχα, με παραχώρηση γης για σπίτια και μαγαζιά εφαρμόζοντας μια πολιτική εποικισμού. Οι πρώτοι συνοικισμοί δημιουργούνται από τους Υδραίους γύρω από τον ιερό ναό του αγίου Νικολάου και τους Χιώτες γύρω από τον ιερό ναό του Αγίου Σπυρίδωνα. Στοιχεία που προκύπτουν από τους καταλόγους απογραφής των πληθυσμών του υπουργείου εσωτερικών, για τις δύο αυτές ενορίες.
Η Πελοπόννησος αποτελεί την δεύτερη μεγάλη δεξαμενή εποίκων, Σύμφωνα με καταγεγραμμένα στοιχεία, Μάνη, Λεωνίδιο, Αργος, Τρίπολι, Κρανίδι, Σπάρτη και Ναύπλιο, αποτελούν το νέο και μεγαλύτερο μεταναστευτικό ρεύμα προς τον Πειραιά. Οι κάτοικοι της Κρήτης, συμμετέχουν με τη σειρά τους στη διαμόρφωση του πληθυσμού μέχρι και το 1866 όπου παρατηρείται μεγάλο κύμα μετανάστευσης μετά την επανάσταση κατά του σουλτάνου στην Κρήτη.
Πλέον ο Πειραιάς αποτελεί πόλον έλξης και από κατοίκους άλλων περιοχών της Ελλάδος. Από τις Κυκλάδες, Συριανοί, Ανδριώτες, Τηνιακοί, αποτελούν τους επόμενους εποίκους που έρχονται και εγκαθίστανται στον Πειραιά. Τα επτάνησα – όσο βρίσκονταν υπό Βρετανική διοίκηση συμβάλουν και αυτά στον εποικισμό του Πειραιά με τους περισσότερους από την Ζάκυνθο, την Κεφαλονιά και την Κέρκυρα. Οι Ηπειρώτες - λίγοι σχετικά τον αριθμό προτίμησαν να ζήσουν στον Πειραιά από τον τόπο καταγωγής τους που ακόμα βρίσκοταν υπό Οθωμανική κατοχή. 
Τα τμήματα όλα αυτά του πληθυσμού συνετέλεσαν στην διαμόρφωση της νέας πόλης του Πειραιά με την πλειοψηφία να προέρχεται από την ανατολική Πελοπόννησο και τα νησιά του Αιγαίου. Όμως δεν ήταν μόνο Έλληνες έποικοι. Πρέπει να αναφέρουμε και την ύπαρξη αλλοδαπών κοινοτήτων με τις κυριότερες των Μαλτέζων και των Γάλλων στην πλειοψηφία και μικρότερη αυτή των Ιταλών και των Άγγλων.
Στις αρχές του 1900 παρατηρείται και η εγκατάσταση στον Πειραιά των πρώτων Θεσσαλών. Από ένα χωριό του νομού Τρικάλλων το βλαχόφωνο Γαρδίκι. Κερατζήδες – δηλαδή μεταφορείς με μουλάρια – και κτηνοτρόφοι οι περισσότεροι, εκγατεστάθησαν στον Πειραιά και δημιούργησαν μετά το 1960 το μεγάλο θαύμα της κεντρικής αγοράς, αρχικά του Πειραιά και της Αθήνας στη συνέχεια.
Το 1922 και μετά την μικρασιατική καταστροφή ο Πειραιάς δέχεται χιλιάδες μικρασιάτες που εγκαθίστανται σε συνοικισμούς γύρω από το κέντρο του Πειραιά εκεί που σήμερα είναι η Νίκαια, το Κερατσίνι, η Δραπετσώνα, αυγατίζοντας ακόμα περισσότερο τον πληθυσμό του που πλέον φτάνει το 1928 τους 252.000 κατοίκους.


Εν τω μεταξύ ο Πειραιάς έχει σταδιακά ηλεκτροδοτηθεί και έχει συνδεθεί με την Αθήνα με την ηλεκτροκίνηση του σιδηροδρόμου Αθηνών – Πειραιά το 1904 και εσωτερικά στον Πειραιά με το τράμ το 1909. 
Το 1931 και μετά από την κατασκευή του φράγματος του Μαραθώνα ο Πειραιάς λύνει το μεγάλο του πρόβλημα της υδροδότησης λύνοντας ανάγκες της καθημερινότητας των κατοίκων του και βελτιώνοντας την ποιότητα ζωής τους.
Από το 1924 – 1931 εκτελούνται τα πρώτα μεγάλα έργα στο λιμάνι του Πειραιά και με την ίδρυση του ΟΛΠ, το 1930 παραδίδεται σε αυτόν η διοίκηση και η οργάνωση του λιμανιού. Ασφαλτοστρώνονται οι πρώτες πλατείες και οι κεντρικοί δρόμοι της πόλης. Η εικόνα της πόλης σιγα σιγά μεταβάλλεται.
Ο πόλεμος του 1940 – 44, ο βομβαρδισμός του Πειραιά στις 11/01/1944 και η ανατίναξη των εγκαταστάσεων από τους Γερμανούς κατά την αποχώρηση τους - κατέστρεψε σχεδόν όλο το λιμάνι. 
Τα μεταπολεμικά χρόνια και μετά την αποκατάσταση των ζημιών, η ανοικοδόμηση της πόλης είχε πάρει την ανηφόρα. Το εμπόριο, η ναυτιλία, η βιομηχανία, έζησαν την μεγαλύτερη άνθιση. Ο Πειραιάς δεν ήταν πλέον μια πόλη εποίκων, αλλά μια πόλη υψηλής κοινωνίας που συναγωνιζόταν την Αθήνα σε κοσμικές συγκεντρώσεις στις μεγάλες αίθουσες αλλά και στα αρχοντικά σπίτια των καραβοκύρηδων των εμπόρων και των ναυτικών.
Ιστορικές θα μείνουν οι χοροεσπερίδες στη αίθουσα του Πειραϊκού Συνδέσμου, στο Ακταίον στο Φάληρο και στην αίθουσα του ΟΛΠ απέναντι από τον Άγιο Νικόλαο. 
Το Δημοτικό θέατρο, οι κρατικές αποθήκες στην οδό Ευπλοίας – έργο του αρχιτέκτονα Κλεάνθη, το Ράλλειο παρθεναγωγείο, η Ιωνίδειος σχολή, το κτίριο της Ελληνογαλλικής σχολής Saint Paul, που χτίστηκε το 1893, το παλαιό ταχυδρομείο, οι ιεροί ναοί στο κέντρο του Πειραιά, Αγία Τριάδα, Άγιος Κωνσταντίνος, Αγιος Σπυρίδωνας, Αγιος Νικόλαος, η Ευαγγελίστρια αλλά και οι δωρεές των μεγάλων ευεργετών στην ίδρυση των μεγάλων ιδρυμάτων, Τζανειο νοσοκομείο, Ζάννειο ορφανοτροφείο, Χατζηκυριάκειο ορφανοτροφείο και το γηροκομείο αποτελούν λίγα μικρά δείγματα του θαύματος του Πειραιά αλλά και της μεγάλης συμβολής σε αυτό των εποίκων του που έφεραν μαζί τους, τις διαφορετικές εμπειρίες τους, τα ήθη και τα έθιμα της περιοχής τους, τη ζωντάνια και την ευρηματικότητα τους, την εργατικότητα τους, αλλά και την πίστη τους και το πείσμα τους να πετύχουν. Και το πέτυχαν. Ο Πειραιάς πλέον είχε κερδίσει τη μάχη της αναδημιουργίας και της προκοπής. Είναι το πρώτο λιμάνι της χώρας. Από τα μεγαλύτερα ναυτιλιακά κέντρα του κόσμου. Η εκρηκτική ανάπτυξη της ναυτιλίας του εμπορίου και της βιομηχανίας, έφερε στις αρχές του 20ου αιώνα την οικονομική απογείωση, πλούτο και δόξα. Το πολυσυλλεκτικό και πολιτισμικό μωσαϊκό των κατοίκων του είχε κάνει το θαύμα του και οι Πειραιώτες απέκτησαν τοπική συνείδηση και κύρια χαρακτηριστικά. Αυτά της ειλικρίνειας, της περηφάνιας, της εργατικότητας, της ντομπροσύνης αλλά και αυτό της μαγκιάς. Ο Πειραιάς γίνεται γνωστός στα πέρατα της γής με τα παιδιά του Πειραιά - της Μελίνας, αλλά και το θρύλο της πόλης μας τον Ολυμπιακό.
Σήμερα εδώ, στην 4η Αμφικτυονία, βρισκόμαστε όλοι οι απόγονοι των εποίκων που προαναφέραμε και παραθέτουμε στα περίπτερα μας τις ίδιες αξίες, τα ήθη και τα έθιμα, ακόμα και τον τρόπο ζωής του τόπου μας ,αυτόν που κουβάλησαν μαζί τους στο Πειραιά οι πρόγονοί μας.
Είναι δε χαρακτηριστική η αγάπη όλων μας για τις ιδιαίτερες πατρίδες μας, αγαπάμε - διατηρούμε και μεταφέρουμε στα παιδιά μας τα ήθη και έθιμα της καταγωγής μας.
Μανιάτες, Κρητικοί, Βλάχοι, Κυκλαδίτες, Επτανήσιοι, Χιώτες, Υδραίοι, Δωδεκανήσιοι, Κυθήριοι, Ηπειρώτες, Μικρασιάτες, Πελοποννήσιοι , συνέβαλαν στην ανάπτυξη της πόλης μας. Διαφορετικές αντιλήψεις και απόψεις. Όμως ένας κοινός παρανομαστής – Η μεγάλη αγάπη μας για τον Πειραιά.

Τελειώνοντας θέλω επιγραμματικά να προσθέσω ότι ο Πειραιάς άντεξε σε δύσκολα χρόνια, σε πολέμους και μεγάλες κρίσεις και είμαι απόλυτα βέβαιος ότι θα αντέξει και την κρίση που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια, γιατί ο Πειραιάς ξέρει να παλεύει, ξέρει να αντιστέκεται, ξέρει να δημιουργεί - γιατί πάντα ήταν και πάντα θα είναι το λιμάνι του λιονταριού και της καρδιάς μας. Ευχαριστώ».

Η «4η Πειραϊκή Αμφικτυονία» θα ολοκληρωθεί σήμερα με χορούς από χορευτικά συγκροτήματα Συλλόγων, από τη χορευτική ομάδα του Β΄ και Γ΄ Διαμερίσματος του Δήμου Πειραιά – Πολύμορφη Έκφραση Πολιτισμού και Παράδοσης «Λίνα –Λαβούτα Μαντά, με τη βράβευση των Συλλόγων που συμμετείχαν και θα ακολουθήσει Πειραϊκό γλέντι.



Διαβάστε επίσης:


4η Πειραϊκή Αμφικτυονία: Δείτε όλο το πρόγραμμα